Σημειώνεται ότι η τιμή του χρυσού προκύπτει από το συνδυασμό δύο ισοτιμιών: χρυσού/δολαρίου και δολαρίου/ευρώ. Όσο η ισοτιμία του ευρώ υποχωρεί, τότε ανεβαίνει η τιμή του χρυσού, έστω και εάν δεν έχει...
μεταβληθεί η ισοτιμία...
Υπενθυμίζεται ότι στις εργασίες της Τράπεζας της Ελλάδος περιλαμβάνεται και η αγοροπωλησία χρυσού σύμφωνα με τον ν.2771/99, άρθρο 15, παράγρ. 1, και τις εξ αυτού απορρέουσες διατάξεις της Τράπεζας.
Προκειμένου για ράβδους ή πλάκες χρυσού που αγοράζει η Τράπεζα της Ελλάδος, ο πελάτης καταθέτει τις ράβδους ή πλάκες χρυσού στην Τράπεζα της Ελλάδος προς έλεγχο της γνησιότητας, αφού προηγουμένως συμφωνηθεί η τιμή αγοράς. Μετά τον εργαστηριακό έλεγχο, και εφόσον διαπιστωθεί η καθαρή περιεκτικότητα σε χρυσό, καταβάλλεται στον πελάτη το αντίτιμο σε ευρώ. Σε κάθε περίπτωση, ο πελάτης επιβαρύνεται με τα έξοδα ελέγχου.
Έτσι από την Τράπεζα της Ελλάδος/διεύθυνση χρηματοοικονομικών δραστηριοτήτων/τμήμα διαχείρισης διαθεσίμων, εκδίδεται σχεδόν επί καθημερινής βάσεως δελτίο τιμών ράβδων χρυσού και χρυσών νομισμάτων για συναλλαγές της Τ.Ε. με ιδιώτες έναντι Ευρώ (Π.Δ. 2456/00) έως το ισόποσο των Ευρώ 10.000,00.
Εάν τα νομίσματα έχουν τυχόν αλλοιώσεις ή φθορές, όπως χτυπήματα από πτώσεις ή μικρές απώλειες σε βάρος, αγοράζονται από την Τράπεζα της Ελλάδος ή Τρ. Πειραιώς, ως ελαττωματικά - λιποβαρή με σημαντική διαφορά στην τιμή (χαμηλότερη). Σε χαμηλότερη τιμή αγοράζονται και οι λίρες Αγγλίας, Λιβανικής και Ιταλικής κοπής.
Όσο για τις ράβδους χρυσού, είναι καθαρότητας 24 καρατίων και κυκλοφορούν σε 5, 10, 20, 50, 100, 250, 500 και 1.000 γραμμάρια, ενώ μπορούν να γίνουν και παραγγελίες για ποσότητες πολλαπλάσιες του κιλού.
Νόμιμη και διασφαλισμένη αγορά ως προς την ποιότητα και αξία του χρυσού εγγυώνται μόνο οι Τράπεζες, οι οποίες διακινούν τον επενδυτικό χρυσό, ο οποίος απαλλάσσεται και του ΦΠΑ.
Από οποιαδήποτε άλλη πηγή αγοράσει κάποιος χρυσό, αφενός επιβαρύνεται με ΦΠΑ 23%, αφετέρου δεν έχει εγγύηση για το ότι π.χ. η λίρα που αγοράζει δεν είναι λιποβαρής ή φθαρμένη, πράγμα που σημαίνει ότι χάνει μέρος της αξίας της.
Η σχέση των Ελλήνων με το μικρό κίτρινο νόμισμα, το οποίο ανεξαρτήτως χρονολογίας κοπής θα πρέπει να ζυγίζει 7,9881 γραμμάρια και οι διαστάσεις του θα πρέπει να είναι: πάχος 1,52 mm και διάμετρος 22,05 mm και να έχει πραγματική περιεκτικότητα σε χρυσό: 7,3224 γραμμάρια ή 91,6%, είναι μακρά ταραχώδης και με σημαντικές διακυμάνσεις.
Παραδείγματος χάριν, πριν την κατάρρευση της Lehman Brothers (14/9/2008) και μόνο η αναφορά – προτροπή για αγορά χρυσών λιρών, εθεωρείτο από τους σύγχρονους αναλυτές ως επιστροφή στον χρηματοοικονομικό Μεσαίωνα.
Σήμερα όλο και περισσότερα γραφεία και καταστήματα αγοράς χρυσού και χρυσών κοσμημάτων (όχι κατ΄ ανάγκην ενεχυροδανειστήρια) εμφανίζονται στους δρόμους της Αθήνας και όχι μόνο.
Η μόδα των “μοντέρνων σαράφηδων” ξεκίνησε από το Λονδίνο. Ο γίγαντας των μεγάλων ομίλων λιανικών πωλήσεων της Βρετανικής Αγοράς, η εταιρεία Tesco επενδύει στην αύξηση του αριθμού των πελατών της προσφέροντας τους μια νέα υπηρεσία: ανταλλαγή κοσμημάτων με ρευστό.
Σε 15 καταστήματα της λειτουργεί υπηρεσία ανταλλαγής χρυσού διαδικτυακά, η Gold Exchange. Φυσικά η ιδέα γεννήθηκε λόγω της αχαλίνωτης αύξησης της τιμής του χρυσού.
Το πρόγραμμα της Tesco απευθύνεται σε ενήλικες οι οποίοι επιθυμούν να ξεφορτωθούν ένα χαλασμένο κόσμημα ή ένα χρυσό πολύτιμο αντικείμενο που δεν το θέλουν πια. Ο ενδιαφερόμενος μπορεί να το στείλει συστημένο μέσω της τοπικής ταχυδρομικής υπηρεσίας ή σε ένα από 15 καταστήματα του ομίλου Tesco. Τo κάθε πακέτο είναι ασφαλισμένο έως 500 στερλίνες.
Μετά την αποτίμηση της αξίας του χρυσού αντικειμένου, ο πελάτης λαμβάνει την προσφορά της εταιρείας γραπτώς ή με το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο. Σε περίπτωση που οι δύο πλευρές συμφωνήσουν τότε ο πελάτης μπορεί να εισπράξει το τίμημα σε ρευστό ή στον Τραπεζικό του λογαριασμό.
Επίσης, το μεγαλύτερο ενεχυροδανειστήριο της Βρετανίας, η H&T είδε εκτίναξη των κερδών του το 2010. Από τον Μάιο του 2009, η H&T έχει λειτουργήσει 45 νέα καταστήματα ανταλλαγής χρυσών αντικειμένων ενώ λιώνει την πλειοψηφία των κοσμημάτων προς πώληση και τα διαθέτει ως “scrap”.
Επιστρέφοντας στην Ελλάδα και παίρνοντας τα πράγματα από την αρχή, κατά την πρώτη συνεδρίαση του Χρηματιστηρίου, μετά τα Δεκεμβριανά, στις 12 Ιανουαρίου 1945, την Επιτροπή απασχόλησε σοβαρά το ζήτημα της λαθραίας λειτουργίας εξωχρηματιστηριακής Αγοράς χρυσών νομισμάτων.
Τα μέλη της Επιτροπής συμφώνησαν πως, εφόσον δεν υπήρχε σταθερή δραχμή και εμπιστοσύνη στο νόμισμα, δεν επρόκειτο να πάψει η αγοραπωλησία χρυσών νομισμάτων, που έπρεπε να γίνεται μόνο από τις Τράπεζες και τους χρηματιστές. Σημειωτέον, πως η τιμή της λίρας κυμαινόταν, αυτές τις μέρες, γύρω στις 4.000 δραχμές. Και στο τέλος του Ιανουαρίου έφθασε στις 4.400.
Η παράνομη λίρα είχε δεσπόζοντα ρόλο και αρκετές πηγές ισχυρίζονται πως μέχρι την οριστική αναπροσαρμογή της δραχμής επί Μαρκεζίνη, το 1953, πραγματικό νόμισμα της Χώρας ήταν η παράνομη λίρα. Όλες οι συμφωνίες, σχεδόν, κλείνονταν σε χρυσές λίρες: ενοίκια, σπίτια και προίκες.
Ακολούθησε ο διαπρεπής οικονομολόγος και καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών Κυρ. Βαρβαρέσος, που κλήθηκε από την Κυβέρνηση, στις αρχές του καλοκαιριού, να εφαρμόσει πρόγραμμα για τη βελτίωση των δημοσιονομικών της Χώρας και την έξοδό της από το οικονομικό τέλμα.
Σύμφωνα με το σχέδιο Βαρβαρέσου, η αγοραπωλησία χρυσού και χρυσών νομισμάτων αποτελούσε μονοπώλιο της Τράπεζας της Ελλάδος που όριζε την ισοτιμία της δραχμής προς το χρυσό και τα ξένα νομίσματα. Η ισοτιμία της χρυσής λίρας καθορίστηκε στις 4.000 δραχμές, ενώ απαγορεύτηκε στους πάντες η κατοχή χρυσού, με ποινές φυλάκισης και σημαντικά χρηματικά πρόστιμα.
Παρά τα αυστηρά μέτρα, κανένα νομοθέτημα δε στάθηκε ικανό, να ανακόψει τη φρενήρη άνοδο της λίρας, που στις 5 Φεβρουαρίου του επόμενου χρόνου έφθασε στις 5.000 δραχμές και λίγο αργότερα υπερέβη τις 7.500 δραχμές, εν μέσω μίας σοβαρότατη οικονομικής κρίσης, με ραγδαία συνεχιζόμενη αύξηση των τιμών των αγαθών, με κύματα απεργιών, με γενική δυσπιστία προς το νόμισμα και τα οικονομικά του Κράτους και με ατμόσφαιρα πανικού στην οποία ρυθμιστής πάντων ήταν η χρυσή λίρα (άραγε θυμίζει τίποτα το σήμερα;).
Ας σημειωθεί πως η τιμή της χρυσής λίρας στη μαύρη Αγορά, στις 17 Αυγούστου 1945, έφτασε τις 42.000 δραχμές, ενώ αντίστοιχα, πριν τέσσερις μήνες, στις 7 Απριλίου, κυμαινόταν γύρω στις 7400-7.200 δραχμές.
Από τις αρχές Οκτωβρίου, εντείνονταν οι φήμες για νέα αναπροσαρμογή της δραχμής. Τα δημόσια οικονομικά του Κράτους βρίσκονταν σε άθλια κατάσταση, ενώ, επιπρόσθετα, ήταν υποχρεωμένο εκτός από τις δαπάνες του προϋπολογισμού να πραγματοποιεί και απρόβλεπτες δαπάνες για την ικανοποίηση των έκτακτων αναγκών. Εκτός αυτού, όμως, η συνεχής άνοδος των τιμών στα αγαθά επέβαλαν και συνεχείς αυξήσεις στους μισθούς των Δημοσίων υπαλλήλων για να καταφέρουν κι αυτοί να επιβιώσουν.
Έτσι, δεν υπήρχε άλλη διέξοδος από την προσφυγή στη μηχανή έκδοσης νέου χρήματος.
Ο Υπουργός Οικονομικών Γρ. Κασιμάτης παρουσιάζοντας το οικονομικό πρόγραμμα της μόλις μιας εβδομάδας Κυβέρνησης του Παν. Κανελλόπουλου αποκάλυψε πως τα χαρτονομίσματα που βρίσκονταν σε κυκλοφορία, εκείνες τις μέρες, ανέρχονταν σε 63 δισεκατομμύρια και σε μεγάλο ποσοστό ήταν ακάλυπτα (!)
Όσο η λίρα ανέβαινε, αλματωδώς, τόσο η λαϊκή δυσφορία διογκωνόταν με αποτέλεσμα την πτώση της Κυβέρνησης Κανελλόπουλου και την άνοδο του Θεμ. Σοφούλη, στις 22 Νοεμβρίου, με αντιπροέδρους τον Εμμ. Τσουδερό και το Γεώργιο Καφαντάρη. Κανείς δεν πίστευε πια στα θαύματα και θαύμα έδειχνε η σταθεροποίηση της δραχμής χωρίς οικονομική ενίσχυση από το εξωτερικό.
Γυρίζοντας την “μηχανή του χρόνου” στο σήμερα και ενώ πολλά από αυτά που έχουν συμβεί στην Χώρα και στο παρελθόν δυστυχώς επαναλαμβάνονται, το ενδιαφέρον για χρυσές λίρες και οι ουρές στο δεύτερο υπόγειο της Τράπεζας της Ελλάδος αυξομειώνονται ανάλογα με τις φήμες και την τρέχουσα ειδησεογραφία.
Το συνεχιζόμενο αγοραστικό ενδιαφέρον παίρνει ακόμα μεγαλύτερη αξία αν συνυπολογιστούν οι “δυσβάσταχτοι” όροι που θέτει η Τράπεζα Ελλάδος για συναλλαγές με ιδιώτες που φθάνουν σε αξία έως τα 10000 ευρώ.
Έτσι ενώ στις αρχές του 2009 και πιο συγκεκριμένα στις 2/1/2009 η Τράπεζα Ελλάδος αγόραζε την χρυσή λίρα στα 150,07 ευρώ και την πουλούσε στα 167,6 ευρώ (η διαφορά αγοράς - πώλησης ήταν 17,53 ευρώ, ή σε ποσοστό 11,68%) στις 16/6/2011 η τιμή αγοράς είχε αναρριχηθεί στα 245,61 και η τιμή πώλησης στα 296,29 ευρώ, δηλαδή το spread είχε εκτοξευτεί στα 50,68 ευρώ, ή σε ποσοστό 20,63% (!!!)
Από τις 2/1/2009 έως τις 16/6/2011 η τιμή αγοράς από την Τράπεζα Ελλάδος έχει παρουσιάσει αύξηση 63,66%, η τιμή πώλησης στο ίδιο διάστημα έχει αυξηθεί κατά 76,78% (!)
Λίγο καλύτερες οι τιμές αγοράς και πώλησης στο δελτίο τιμών της 17/6/2001 από την Τράπεζα Πειραιώς με τιμή αγοράς τα 256,8 ευρώ και τιμή πώλησης τα 293,8 ευρώ, δηλαδή spread 37 ευρώ ή ποσοστό 14,4%, υπό τον απαράβατο όρο ο αγοραστής να τηρεί λογαριασμό στην Τράπεζα.
Ακόμα χειρότερα δείχνουν τα πράγματα για όσους επιθυμούν να αγοράσουν χρυσές λίρες (από την Τράπεζα Ελλάδος) αξίας μεγαλύτερης των 10000 ευρώ, καθώς σε αυτές τις περιπτώσεις η Τράπεζα βάζει επιπλέον “καπέλο” 20 ευρώ ανά λίρα, το οποίο όμως δεν το πληρώνει, σε ανάλογου ύψους συναλλαγές, όταν πωλητής είναι ο ιδιώτης και αγοραστής η Τράπεζα.
Ας σημειωθεί επίσης ότι σε κάθε αγοραπωλησία η Τράπεζα Ελλάδος εισπράττει προμήθεια 0,5%, ενώ για συναλλαγές μεγαλύτερης αξίας των 15000 ευρώ, εκτός από αστυνομική ταυτότητα, απαιτούνται εκκαθαριστικό εφορίας και λογαριασμός ΔΕΚΟ στο όνομα του υποψήφιου αγοραστή.